«Ένας από τους τρόπους, ο ποιο σπάνιος όμως, για να
επιβληθεί ένα δικτατορικό καθεστώς είναι από μόνοι τους οι κοινοβουλευτικοί να
παραδώσουν τη διακυβέρνηση στους δικτάτορες.
Κάπως έτσι συνέβη και στην
περίπτωση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936 του Ιωάννη Μεταξά.
Το πρώτο, η Βουλή παρέσχε ψήφο εμπιστοσύνης στο δοτό αυτόν των ανακτόρων
πρωθυπουργό στις 27 Απριλίου του ’36 και το δεύτερο, αυτή η Γ’ Αναθεωρητική
Βουλή αυτοχειριάσθηκε υιοθετώντας το Γ’ ψήφισμα, με το οποίο αφ’ ενός διέκοπτε
τις εργασίες της από τις 30/4 μέχρι τις 30/9 του 1936, αφ’ ετέρου
εξουσιοδοτούσε την εκτελεστική εξουσία...
να νομοθετεί επί όλων των θεμάτων. Παρά τις προειδοποιήσεις πολλών η χώρα παραδόθηκε στον Μεταξά. Και οι δημοκρατικοί πολίτες στον πάγο και το ρετσινόλαδο.»
να νομοθετεί επί όλων των θεμάτων. Παρά τις προειδοποιήσεις πολλών η χώρα παραδόθηκε στον Μεταξά. Και οι δημοκρατικοί πολίτες στον πάγο και το ρετσινόλαδο.»
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ / ΙΣΤΟΡΙΚΑ-ΤΕΥΧΟΣ 42 / ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
2000
Στρατιωτικό στέλεχος υψηλού επιπέδου ο Μεταξάς, δείχνει
ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική, τασσόμενος όμως εξαρχής με την πλευρά
των μοναρχικών παρά την εμπιστοσύνη που του έδειξε ο Βενιζέλος, αναθέτοντάς του
ουσιαστικά την οργάνωση του στρατού το 1910.
Αρχηγός του κόμματος των Ελευθεροφρόνων-εχθρός όμως, κατά
δήλωσή του, του κοινοβουλευτισμού- επιδίδεται σε 13χρονο αγώνα χωρίς να
κερδίζει την εμπιστοσύνη του λαού. Με το τελευταίο 3,94% στις εκλογές της 26ης/1/1936
διορίζεται από το βασιλιά υπουργός Στρατιωτικών και μετέπειτα πρωθυπουργός, για
να καταλάβει την εξουσία κηρύσσοντας τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
Απομονώνουμε από κείμενο του Γ. Καφαντάρη: «Αι αυθαίρετοι συλλήψεις είναι συνήθη
φαινόμενα. Πάμπολλοι είναι οι υποβληθέντες εις μεσαιωνικά μαρτύρια».
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν σταθερά
προσηλωμένο και αλληλέγγυο με την πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας, μ’ έναν τέτοιο
όμως τρόπο που δημιουργούσε συγχύσεις και αμφιβολίες. Ηταν ένα ολόψυχα
φιλοβρετανικό καθεστώς μεταμφιεσμένο και καλυπτόμενο, που συχνά έδινε την ψευδή
εντύπωση ότι είχε φιλοχιτλερικό προσανατολισμό, εντύπωση που παραμένει μέχρι
τις μέρες μας, επειδή αντέγραφε τις φασιστικές μεθόδους της Γερμανίας.
Ο
βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα σερ Σίντνευ Ουότερλόου ενημερώνει το Φόρειν Οφις
ότι «Η πολιτική που ακολουθείται από τον
στρατηγό Μεταξά μπορούσε να εγκωμιαστεί ανεπιφύλαχτα».
Με το περίφημο «ΟΧΙ» προς τους Ιταλούς επιχειρείται από την
Ιστορία η κάθαρση του δικτάτορα που εν τω μεταξύ έχει εδραιώσει έναν
αντικομμουνιστικό προσανατολισμό που καθόρισε τον Ελληνικό κρατικό μηχανισμό
μέχρι το 1974.
Είναι όμως έτσι;
Αποκαλυπτική είναι η εξομολόγηση του ίδιου του Μεταξά σε
απόρρητη συνομιλία με τους διευθυντές μεγάλων αθηναϊκών εφημερίδων, τη επαύριον
της 28ης Οκτωβρίου ότι «η προσχώρησις της Ελλάδος «εις την Νέαν
Τάξιν» θα είχε εδαφικό τίμημα με την
πρόθυμον υποστήριξιν της Αγγλίας εις την οποίαν θα έδιδε το δικαίωμα να καλύψει
τας νήσους μας, καλυπτόμενη και η ίδια εις την Βόρειον Αφρικήν»
Τα όποια αυταρχικά καθεστώτα είναι ανίσχυρα, ιδιαίτερα σε
δραματικές περιόδους, να ελέγξουν την ροή των εξελίξεων ερήμην της λαϊκής
βούλησης. Αν η επιλογή του Μεταξά υπέρ της αντίστασης στη φασιστική πρόκληση
δικαιώθηκε ιστορικά, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι την ενστερνίστηκε ο
ελληνικός λαός, σχεδόν στην παμψηφία του.
Ας διαβάσουμε ένα χρονογράφημα του δημοσιογράφου, όπως
αυτοαποκαλείται, Κώστα Βάρναλη που περιγράφει το κλίμα της εποχής.
Κώστας Βάρναλης: Η βουβή επέτειος
(Χρονογραφημα του Κ.Βάρναλη στο “Ρίζο της
Δευτέρας” στις 28/10/1947 για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, πιο επίκαιρο από
ποτέ)
Γιορτή και λαός
H
28 του Οχτώβρη είναι μια μεγάλη μέρα για τον ελληνικό λαό – και μέρα ντροπής
για τους προδότες του. Κι όμως ετούτοι γιορτάζουνε το “αλβανικό έπος”. Και πάλι
χωρίς το λαό. Και πάλι με φράχτη γύρω τους τα όπλα -για να τους φυλάνε όταν
πηγαίνουν στην τελετή – να φυλάνε από το λαό τους εχθρούς του λαού.
Το τι
νόημα δίνουνε στον όρο “αλβανικό έπος” οι φυγάδες του “έπους” φαίνεται από το
νόημα που δίνουνε σε κάτι ανάλογες και παράλληλες ορολογικές απάτες όπως π.χ
“απελευθέρωση”, “ανεξαρτησία”,”δημοκρατία”, “αμερικάνικη βοήθεια”, “πνευματική
ελευθερία” κλπ. Το ουσιαστικό περιεχόμενο των λέξεων είναι διαμετρικά αντίθετο
με την ετυμολογική τους σημασία.
Αλλά το
νόημα, που έδινε η 4η Αυγούστου στο “αλβανικό έπος”, μας το εξήγησε τότες με
τρόπον επίσημον ο τότε διευθυντής της Ασφαλείας κ. Παξινός. Ενώ δηλαδή ο
ελληνικός λαός γυμνός και άοπλος, εγκαταλειμμένος από τους “αρχηγούς” του
χτύπαε στο μέτωπο και μπροστά και πίσω του τους εχθρούς της ελευθερίας του,
τους φασίστες, οι αρχηγοί του ελληνικού φασισμού ετοιμάζανε στην πρωτεύουσα την
παράδοση του λαού – γιατί η συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήταν παράδοση του στρατού
μονάχα (των 200 χιλιάδων ανδρών), αλλά ολάκερου του ελληνικού λαού (των 7
εκατομμυρίων).
Ο
μοναρχοφασισμός που είπε το μαύρο του “όχι”, μονάχα για τον τύπο, κοίταε από
την πρώτη στιγμή πώς θα έσωζε όχι την “πατρίδα”, παρά το καθεστώς του. Πώς θα
περνούσε τον ελληνικό λαό από τα δικά του χέρια στα ξένα χέρια,χωρίς ο μεσίτης
να χάσει ούτε την ηγεσία του λαού, ούτε τα κέρδη του απ΄αυτόν.
Η
συνθηκολόγηση του μετώπου δεν ήτανε πράξη ανωτέρας βίας παρά θεληματική
συμμαχία με τον εχθρό εναντίον του λαού. Και κανένας από τους μεταδεκεμβιανούς
κυβερνήτες δεν αμφιβάλλει πως στην σημερινή επέτειο δεν γιορτάζεται το
“αλβανικό έπος”, παρά η “συνθηκολόγηση” και η συνεργασία με τον εχθρό. Αν τότε
ο ελληνικός λαός νικούσε ως το τέλος τους εχθρούς κι έσωζε την ελευθερία του,
οι σημερινοί συνεχιστές της 4ης Αυγούστου, τη σημερινή επέτειο θα την είχανε
ημέρα “εθνικού πένθους”.
Λοιπόν.
Τότες κ’ εμείς οι αριστεροί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι πήραμε στα σοβαρά
(όπως κι ο λαός) τον πόλεμο κατά των “βαρβάρων επιδρομέων”. Και γράφαμε πύρινα
άρθρα εναντίον τους- εναντίον του “φασισμού”.
Μα το είπαμε: ο δικός μας ο
φασισμός, τέκνο και ομοίωμα του ιταλικού και του γερμανικού, δεν του καλάρεσε
να βρίζουμε το “σύστημα”. Κι ένα βράδυ (χειμώνας ήτανε) μας μαζέψανε στη Γενική
Ασφάλεια τους ξεροκέφαλους αριστερούς που χαλούσαμε τη “δουλειά”. Ήτανε (όσο
θυμάμαι) ο Καρβούνης, ο Κορδάτος, ο Κορνάρος, ο Πανσέληνος, ο Μέξης, ο Σπ.
Θεοδωρόπουλος. Και ξαφνικά για λίγες ώρες μονάχα μας φέρανε ωραίον, κομψόν και
γόητα, με ύφος “υπεράνω όλων” μας, τον κ. Καραγάτση. Μα ως το βράδυ τον
αφήσανε.
Το άλλο
βράδυ μας ξαναπήγανε στη Διεύθυνση της Γεν. Ασφαλείας, όπου μας παρουσιάσανε
στον κ. Παξινό. Εκεί πήραμε το “πρώτο βάπτισμά” μας στο νόημα του “αλβανικού
έπους”. Ο κ. Διευθυντής, κοφτά και μελετημένα μας είπε να μην κάνουμε τον
έξυπνο στα άρθρα μας βρίζοντας το φασισμό (έτσι βρίζαμε έμμεσα και την 4η
Αυγούστου. Και σ’ αυτή την άποψη δεν είχε άδικο ο κ. Διευθυντής) και πως δεν
φταίει καθόλου ο φασισμός για τον πόλεμο.
Με άλλα
λόγια, εννοούσε πως έφταιγε ο ιταλικός λαός που μας μισούσε ή που είχε
καταχτητικές βλέψεις, λες κ’ οι λαοί αισθάνονται ή ενεργούνε μοναχοί τους κ’
είναι υπεύθυνοι αυτοί για ό,τι αγαπούνε ή μισούνε και για ό,τι κάνουνε -όπως τα
ομαδικά εγκλήματα εναντίον των αμάχων.
Κι αφού
μας ενουθέτησε και μας έκανε προσεχτικούς για το μέλλον μάς άφησε “λέυτερους”,
δηλ. μας “εδέσμευσε” τη σκέψη και τη γλώσσα. Έπρεπε δηλ. κ’ εμείς να βοηθήσουμε
τον ξένο φασισμό να κατεβεί και να θρονιαστεί άνετα στην Ελλάδα δίπλα στο
ντόπιο.
Κάτι
ανάλογο μου είπε μια μέρα κι ο διευθυντής της εφημερίδας, που εργαζόμουνα
τότες. Έγραφα μια ιστορία (επί διόμισυ μήνες) της διαφθοράς και απανθρωπίας των
πολιτικών ηθών της Ρώμης από το Σύλλα και πέρα. Η περίσταση και η πεποίθησή μου
με κάνανε να χρωματίζω κάπως ζωηρότερα τα πρόσωπα και τα πράγματα και να τα
χαρακτηρίζω με τον ίδιο τρόπο – κυρίως την αρπαχτικότητα και τη φιλοχρηματία
των ισχυρών της “αιώνιας πόλεως”: Σύλλα, Κράσσου, Οκταβίου, Κικέρωνα, Σενέκα
κλπ.
Ο
διευθυντής μου λοιπόν με κάλεσε και μου λέγει:
- Είπαμε
να βρίζεις τους Ρωμαίους, αλλ’ όχι και τους πλουτοκράτες! Δυστυχώς οι
περισσότεροι αναγνώστες μας (της Κηφησιάς) είναι πλουτοκράτες.
- Μα εγώ
βρίζω, του απάντησα γελώντας, τους τότε Ρωμαίους πλουτοκράτορες, όχι τους τώρα
Έλληνες πλουτοκράτες. Εκείνοι ήταν τέρατα. Οι δικοί μας είναι εντάξει :
πατριώτες και καλοί χριστιανοί…
Μ’ άλλα
λόγια οι δυο διευθυντές της Ασφαλείας και της αστικής εφημερίδας, θέλανε ο
πρώτος να μη βρίζουμε τους εξωτερικούς εχθρούς κι ο δεύτερος τους εσωτερικούς.
Ας χάνεται η πατρίδα, αλλ’ όχι το σύστημα. Θέλετε τώρα άλλην εξήγηση του τι
σημαίνει γι’ αυτούς ο όρος “αλβανικόν έπος”;
Όταν
λοιπόν οι εχθροί του λαού ξηγιούνται με τόση ειλικρίνεια, τότε γιατί ο λαός να
μην έχει το δικαίωμα να τους τα λέει κι αυτός από την καλή; Θα πείτε δεν τον
αφήνουν. Θα τον αφήσουν! Κι αν τώρα ο λαός τιμά ανεπίσημα αυτήν την επέτειο, θα
έρθει η μέρα σύντομα, που θα την γιορτάζει επίσημα κι όπως της αξίζει.
———————————————————————————————
Το παραπάνω χρονογράφημα του Κώστα Βάρναλη
δημοσιεύτηκε στο “Ρίζο της Δευτέρας”, το δευτεριάτικο φύλλο του Ριζοσπάστη στις
27 Οκτωβρίου 1947. Θυμίζουμε ότι οι αρχές απαγόρευσαν την έκδοση Ριζοσπάστη
στις 18 Οκτώβρη του 1947 , το δευτεριάτικο όμως φύλλο συνέχισε την έκδοσή του
ως “εβδομαδιαία δημοκρατική εφημερίδα του λαού- Πολιτική, Οικονομική,
Φιλολογική και Σατιρική”, με διευθυντή και υπεύθυνο έκδοσης τον Μανώλη Γλέζο,
μέχρι τις 22 Δεκέμβρη του 1947.
Οι
Έλληνες βάδισαν προς την ίδια κατεύθυνση παρακινημένοι από το αίσθημα που ο
Άγγελος Τερζάκης χαρακτήρισε ως «πάθος
ελευθερίας». «Αγωνιζόμαστε για την σωτηρία όλων εκείνων των υψηλών αξιών
που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που
κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι μας πρόγονοι, που σήμερα βλέπουμε
να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητας και της βίας», τόνιζαν σε κοινό
διάγγελμά τους κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες-ανάμεσά τους: Παλαμάς,
Σικελιανός, Μυριβήλης, Ξενόπουλος, Δροσίνης, Παρθένης, Βέης, Δημήτρης
Μητρόπουλος και οι νεώτεροι συνεχιστές τους: Αλεξίου, Βενέζης, Βρεττάκος,
Δημαράς, Ελύτης, Θεοτοκάς, Σεφέρης, Τερζάκης- και διακήρυσσαν:
«Ελεύθεροι άνθρωποι όλων των εθνών, μην ξεχνάτε
ότι η Ελλάδα πολεμά για την μοίρα του κόσμου»
Το
παραπάνω κείμενο είναι η ομιλία που εκφώνησε η συναγωνίστρια Δήμητρα
Αγγελοπούλου, στον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου στην ΕΛΣΤΑΤ
Για την 28η Οκτωβρίου